Εθνικό Πάρκο
Μυδοκαλλιεργεια
Κατά μήκος της παράκτιας ζώνης του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού – Λουδία – Αλιάκμονα, στο δυτικό Θερμαϊκό κόλπο, παράγεται το 80-90% των ελληνικών μυδιών (περίπου 30.000 τόνοι ετησίως).
Η μυδοκαλλιέργεια είναι μία δραστηριότητα πολύ σημαντική για την τοπική, αλλά και για την εθνική οικονομία, καθώς το μεγαλύτερο ποσοστό των μυδιών που παράγονται κατευθύνεται σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Ισπανία, η Ολλανδία και η Γαλλία και κυρίως η Ιταλία.
Η παραγωγή μυδιών στην περιοχή ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, με τεχνογνωσία από τη γειτονική Ιταλία. Την περίοδο εκείνη, πολλοί ντόπιοι αλιείς στράφηκαν στη μυδοκαλλιέργεια, καθώς οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για την επικερδή αυτή δραστηριότητα. Τα μύδια αναπτύσσονται εδώ με ταχύτατους ρυθμούς και αποκτούν το επιθυμητό για κατανάλωση μέγεθος σε λιγότερο από εννέα μήνες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα ποτάμια της περιοχής -Αξιός, Λουδίας και Αλιάκμονας- που εκβάλουν σε μικρή απόσταση μεταξύ τους στο δυτικό Θερμαϊκό, φέρνουν στη θάλασσα πολλά θρεπτικά συστατικά και δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για την καλλιέργεια μεγάλων και νόστιμων μυδιών.
Η καλλιέργεια είναι εκτατικού τύπου με δύο μεθόδους: της πλωτής (long line) και της πασσαλωτής καλλιέργειας. Η μυδοπαραγωγή είναι ομαδοποιημένη χωρικά σε τρία τμήματα: στην εκβολή του Αξιού, στα όρια του Δήμου Χαλάστρας, στην εκβολή του Λουδία, στα όρια του Δήμου Αξιού, και νότια της εκβολής του Αλιάκμονα, στις ακτές της Πιερίας.
Το μύδι του Θερμαϊκού
Το είδος που εκτρέφεται στην περιοχή είναι το Mytilus galloprovincialis. Είναι είδος ενδημικό της ανατολικής Μεσογείου, της Αδριατικής και της Μαύρης Θάλασσας, αλλά σήμερα έχει εξαπλωθεί σε όλες τις θάλασσες του κόσμου, είτε γιατί έχει εισαχθεί εκεί για καλλιέργεια, είτε γιατί έχει μεταφερθεί κατά λάθος (πχ. μέσω των εμπορικών πλοίων) και έχει αναπτυχθεί από μόνο του. Μάλιστα, συγκαταλέγεται στους εκατό «χειρότερους παγκόσμιους εισβολείς», καθώς όταν εγκαθίσταται σε περιοχές όπου δεν είναι ενδημικό, εκτοπίζει τα τοπικά είδη μυδιών. Καλλιεργείται εμπορικά σε μεγάλη κλίμακα στην Ιαπωνία και την Κίνα, ενώ την μεγαλύτερη παραγωγή στην Ευρώπη έχει η Ισπανία.
Τα μύδια μπορούν να ζήσουν σε ένα μεγάλο εύρος θερμοκρασίας και αλατότητας. Τρέφονται με φυτοπλαγκτόν και οργανική ύλη που διηθούν (φιλτράρουν) από το θαλασσινό νερό με τα βράγχιά τους. Ένα μύδι μήκους 5 εκατοστών μπορεί να φιλτράρει έως και 5 λίτρα νερού την ώρα.
Η μέθοδος καλλιέργειας
Η καλλιέργεια ξεκινά με τη συλλογή του γόνου που προσκολλάται σε ειδικά σχοινιά, τους γονοσυλλέκτες. Οι μυδοκαλλιεργητές αφαιρούν το γόνο από τα σχοινιά και τον τοποθετούν σε πλαστικά κυλινδρικά δίχτυα, τους αρμαθούς, που κρέμονται με σχοινί στο νερό. Η εκτροφή γίνεται είτε πάνω σε πασσάλους (πασσαλωτά μυδοτροφεία), είτε πάνω σε σχοινιά που κρέμονται από πλωτήρες (πλωτά ή long-line μυδοτροφεία).
Από τον Μάιο μέχρι τον Ιούλιο, οι μυδοκαλλιεργητές φροντίζουν να ανοίγουν κατά καιρούς τους αρμαθούς, να αραιώνουν τα μύδια που στο μεταξύ έχουν μεγαλώσει και να τα ξανατοποθετούν στα μυδοτροφεία, ώσπου να ολοκληρωθεί η ανάπτυξή τους και να είναι έτοιμα για συγκομιδή.
Η καλλιέργεια των μυδιών απαιτεί σκληρή εργασία σε αντίξοες συνθήκες. Η ποιότητα των μυδιών διασφαλίζεται με τακτικούς ελέγχους της ποιότητας των νερών και του παραγόμενου προϊόντος.
Η παραγωγή των μυδιών δεν γίνεται χωρίς προβλήματα και πιέσεις για το φυσικό περιβάλλον. Η μεγάλη πυκνότητα μονάδων οστρακοκαλλιέργειας, εκτός του ότι επηρεάζει αρνητικά την κίνηση των θαλάσσιων μαζών, που είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη των οστράκων, προκαλεί επίσης τη συσσώρευση υλικού στον πυθμένα της θάλασσας, εκεί όπου βρίσκονται οι μονάδες, επηρεάζοντας αρνητικά τις βενθικές κοινότητες που ζουν εκεί.
Επιπλέον στις ακτές σωρεύονται τόνοι υπολειμμάτων: κομμάτια από σχοινιά, πλαστικά βαρέλια και κυρίως τεράστιες ποσότητες από κελύφη οστράκων, για τα οποία πρέπει να βρεθούν λύσεις διάθεσής τους ώστε να μην επηρεάζουν αρνητικά το περιβάλλον. Για τους λόγους αυτούς, πρέπει να δοθεί έμφαση σε πιο περιβαλλοντικά φιλικές πρακτικές οστρακοκαλλιέργειας.